Το 1990, δεκαπέντε Κενυάτισες, όλες θύματα βιασμού, αποφάσισαν να ιδρύσουν το δικό τους χωριό. Το χωριό έλαβε την ονομασία Umoja και σήμερα αριθμεί πληθυσμό 247 ατόμων, αποκλειστικά γένους θηλυκού.

Ειδικά τα τελευταία 15 χρόνια η Umoja αποτελεί το καταφύγιο των γυναικών που έχουν υποστεί βιασμό, ενδοοικογενειακή βία, κλειτοριδεκτομή, και γάμο σε παιδική ηλικία.

Πως επιβιώνουν οι κάτοικοι του θηλυκού χωριού; Καταρχάς, η είσοδος στο χωριό πραγματοποιείται με αγορά εισιτηρίου. Εξάλλου, η Umoja λόγω της ιδιαιτερότητας της αποτελεί πόλο έλξης πολλών τουριστών, ειδικά όσων περνούν από την περιοχή κάνοντας σαφάρι. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης των τουριστών οι γυναίκες του χωριού εκθέτουν τα χειροποίητα κοσμήματα τους και πραγματοποιούν πωλήσεις.

Πόσο πρωτοποριακό είναι αλήθεια μερικές Αφρικανές να εξασφαλίζουν μόνες τόσο τη δική τους, όσο και την επιβίωση των παιδιών τους;

Το πιο αξιοσημείωτο πάντως για τις γυναίκες της Umoja είναι πως παρακολουθούν μαθήματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι κάτοικοι που επισκέπτονται γειτονικά χωριά προκειμένου να ενισχύσουν τη γνώση των Κενυατισών γύρω από τα σεξουαλικά τους δικαιώματα και την παύση της κλειτοριδεκτομής.

‘Κάθε μέρα ξυπνώ και χαμογελώ γιατί είμαι περιτριγυρισμένη από βοήθεια και υποστήριξη” δήλωσε η κάτοικος του χωριού Judia στη δημοσιογράφο της Guardian που επισκέφτηκε την Umoja, Julie Bindel. ‘‘Έξω από εδώ, οι γυναίκες είναι υποχείρια των αντρών οπότε δεν μπορούν να εξελιχθούν. Οι γυναίκες της Umoja έχουν ελευθερία”, δήλωσε μια άλλη κάτοικος, η Seita Lengima.

”Δεν θέλω ποτέ να φύγω από αυτή την υποστηρικτική κοινότητα των γυναικών. Δεν έχουμε πολλά αλλά στην Umoja έχω όλα όσα χρειάζομαι” εξέφρασε η Mary, κάτοικος του εν λόγω χωριού.

Το χωριό Umoja σίγουρα αποτελεί μια αχτίδα ελπίδας σε μια δοκιμασμένη χώρα και ήπειρο όπου τα δικαιώματα των γυναικών καταπατώνται συνεχώς με το χειρότερο τρόπο. Σίγουρα, αν θέλουμε να αναλογιστούμε τον όρο “Girl Power” θα πρέπει να αναζητούμε την πρακτική εφαρμογή του σε αυτό το μικρό χωριό της Κένυας

Μπορείτε να διαβάσετε την πλήρη ανταπόκριση της δημοσιογράφου Julie Bindel στην Guardian.