Διάβασα πρόσφατα ένα άρθρο με τίτλο Fat Thoughts και είναι από εκείνες τις φορές που νομίζεις πως ένα κείμενο έχει γραφτεί για εσένα. Υπήρχαν δύο αναφορές στο συγκεκριμένο άρθρο που μου έκαναν εντύπωση.

Η πρώτη αφορούσε στη σκέψη που κάνουν πολλοί που αισθάνονται χοντροί ανεξάρτητα από το αν η ζυγαριά/μεζούρα συμφωνεί μαζί τους. Οι περισσότερες, γυναίκες κυρίως, σκέφτονται πως «αν ήταν αδύνατες, η ζωή τους θα ήταν πιο εύκολη» που μεταφράζεται σε περισσότερες κατακτήσεις, σε δημοφιλία στο χώρο εργασίας και στις παρέες κοκ. Ακόμα κι αν το άτομο αποδεχτεί πως αυτή η σκέψη δεν είναι λογική κι ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας(ακόμα και οι αδύνατοι άνθρωποι περνούν δυσκολίες στη ζωή, έχουν φάει χυλόπιτα, δεν είναι πάντα δημοφιλείς) είναι δύσκολο να απορρίψει τη σκέψη σε συναισθηματικό επίπεδο. Κι εκεί έγκειται όλη η δυσκολία. Το να ξεπεράσεις τις διατροφικές διαταραχές δεν είναι λογική διαδικασία αλλά συναισθηματική.

Αν κάποιος είναι παχύσαρκος ή υπέρβαρος το μεγαλύτερο κίνητρο για να χάσει βάρος είναι για λόγους υγείας. Πως μπορεί όμως κάποιος να είναι πραγματικά υγιής αν δεν είναι πνευματικά και ψυχολογικά ισορροπημένος;

Σε αυτό το σημείο γίνεται η δεύτερη αναφορά που με εντυπωσίασε. Η συγγραφέας Sarah May Bates εξηγεί πως στη διαδικασία να υπερνικήσει κάποιος την υπερφαγία, μισεί το βαρύ σώμα του και τελικά αντιμετωπίζει το σώμα του ως ξένο. Σκεφτείτε πόσο λάθος είναι αυτό: Όταν ξεκίνησα να γυμνάζομαι, είχα ως αρχικό κίνητρο να βοηθήσω ένα μεταβολισμό που με καταδίκαζε να διατηρούμαι με 1300 θερμίδες ημερησίως, έτσι όμως αντιμετώπιζα την άσκηση ως καταναγκαστικό έργο, κι εγώ θα έπρεπε να γυμνάζομαι όλη μου τη ζωή όπως με συμβούλεψε η διατροφολόγος. Ώσπου η καθηγήτρια μου στο body art/pilates, Μαριάννα Παπαδοπούλου,  ανέφερε κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος (εκεί που έχεις ολοκληρώσει τον 99ο κοιλιακό και πας για τον 100ο) «το σώμα σας είναι το μόνο, κατάδικό σας πράγμα». Δεν ξέχασα ποτέ αυτή τη δήλωση και νομίζω πως άλλαξε όλη τη νοοτροπία μου γύρω από τη γυμναστική.

Το emotional eating (συναισθηματική υπερφαγία) έχει πολλά αίτια. Ένα μπορεί να έχει ρίζες στη δυναμική της οικογένειας και γενικά στην αγάπη που λαμβάνει ένα άτομο σε νεαρή ηλικία κυρίως επειδή ένα παιδί τείνει να «χωνεύει» συμπεριφορές που δεν μπορεί να κατανοήσει. Όταν καταπίνει κάποιος τα συναισθήματα του συνήθως τα καλύπτει με φαγητό. Επίσης, πολλοί άνθρωποι αποκτούν διατροφικές διαταραχές όταν έχουν υποστεί έντονο στρες, τραύμα και γενικά μια κατάσταση που δεν μπορούν να ελέγξουν. Κάποιοι μπορούν να μεταφέρουν αυτή την έλλειψη ελέγχου στη διατροφή τους, ελέγχοντας αυστηρά τι μπορούν και τι δεν μπορούν να φάνε κι άλλοι κάνουν το ακριβώς αντίθετο, παραδίνονται τόσο στην αγχώδη κατάσταση που γεμίζουν τον οργανισμό τους με τροφή προκειμένου να μην έρθουν αντιμέτωποι με τα συναισθήματα που προκαλούν το στρες.

Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν το ίδιο: όταν κάποιος τρώει πολύ, «τα βάζει» με τον εαυτό του και αισθάνεται δυστυχισμένος, όταν δεν τρώει, ο οργανισμός του λιμοκτονεί και αισθάνεται δυστυχισμένος.

Σκεφτείτε το αν κάποιος είναι υπέρβαρος αλλά ισορροπημένος ψυχικά και πνευματικά, κάνει κάποια βήματα για να χάσει βάρος, ξεκινά διατροφή, γυμνάζεται και σιγά σιγά αποκτά ένα νέο μοντέλο ζωής που τον κάνει να θέλει να τρέφεται σωστά και να γυμνάζεται γιατί νιώθει ευεξία.

Η λύση δεν βρίσκεται ούτε στο φαγητό, όπως δεν βρίσκεται και στο τσιγάρο, το ποτό κι άλλου είδους εξαρτήσεις. Η λύση είναι να αισθανόμαστε τα αισθήματά μας όχι να τα αποφεύγουμε, να μουδιάζουμε, και το κυριότερο να είμαστε σε σύνδεση κι επικοινωνία με το σώμα μας.

Όπως προανέφερα η συνειδητοποίηση πως το σώμα μου είναι δικό μου, πως τίποτα άλλο δεν πρόκειται να είναι τόσο δικό μου, πως αν του φερθώ με αγάπη και το φροντίσω θα μπορέσω να αντιμετωπίσω και παράγοντες που θα επιχειρήσουν να ελέγξουν το σώμα μου, όπως μια ασθένεια, με άλλαξαν. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και η Sarah ‘’είσαι το σώμα σου, μην αποσπάσαι από αυτό. Μην φέρεσαι στον εαυτό σου σαν να είναι εχθρός. Είσαι το μόνο σώμα που έχεις. Να είσαι καλός μαζί του’’.