Νέα μελέτη αποκάλυψε τις διαφορές στην «αρχιτεκτονική» του εγκεφάλου μεταξύ ανδρών και γυναικών σε σχέση με την παχυσαρκία. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν διαφορετικά εγκεφαλικά κυκλώματα που επηρεάζουν τον έλεγχο της όρεξης και τη διατήρηση μιας υγιούς ενεργειακής ισορροπίας. Αυτές οι διαφορές συμβάλλουν στον τρόπο που άνδρες και γυναίκες παχαίνουν.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, η παχυσαρκία των γυναικών σχετίζεται συνήθως με τη συναισθηματική και παρορμητική πολυφαγία, ενώ η διατροφική συμπεριφορά των ανδρών επηρεάζεται κυρίως από εντερικά μηνύματα και κοιλιακή δυσφορία. Οι γυναίκες με υψηλό δείκτη μάζας σώματος έχουν τάση να είναι πιο επιρρεπείς σε υπερβολικά επεξεργασμένες τροφές και παρουσιάζουν συνεχή πείνα μέχρι και εμμονή με το φαγητό.

Οι επιστήμονες χρειάζεται να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις διαφορές των δύο φύλων προκειμένου να σχεδιάσουν αποτελεσματικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, οι οποίες θα αντλούν δεδομένα από την κατανόηση των εγκεφαλικών μηχανισμών που επηρεάζουν τη διατροφική συμπεριφορά.

Σε τι μας βοηθάει να γνωρίζουμε τις διαφορές

Η αναγνώριση των διαφορών ανάμεσα στα δύο φύλα μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη προσαρμοσμένων προγραμμάτων απώλειας βάρους και θεραπευτικών προσεγγίσεων. Για παράδειγμα, το focus στην υγιεινή διατροφή και την άσκηση μπορεί να είναι αποτελεσματική για τους άνδρες, ενώ οι γυναίκες μπορεί να ωφεληθούν περισσότερο από προσεγγίσεις που περιλαμβάνουν στρατηγικές για την αντιμετώπιση του στρες, όπως η ψυχολογική υποστήριξη ή η μείωση των περιβαλλοντικών διεγέρσεων που προκαλούν στρες.

Η κατανόηση των διαφορετικών μηχανισμών που επηρεάζουν τη διατροφική συμπεριφορά μεταξύ των δύο φύλων μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη για την ανάπτυξη φαρμακευτικών θεραπειών. Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες και οι άνδρες μπορεί να ανταποκρίνονται διαφορετικά σε φαρμακευτικές αγωγές για την απώλεια βάρους.

Για παράδειγμα, μελέτες έχουν δείξει ότι ορισμένα φάρμακα για την απώλεια βάρους ενδέχεται να είναι πιο αποτελεσματικά στους άνδρες από ότι στις γυναίκες. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε φυσιολογικές διαφορές στον μεταβολισμό των φαρμάκων ή στις αντιδράσεις του εγκεφάλου. Με περισσότερη έρευνα και κατανόηση αυτών των διαφορών, μπορεί να αναπτυχθούν πιο αποτελεσματικές φαρμακευτικές θεραπείες που θα λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες και απαιτήσεις των δύο φύλων.

Η ψυχολογία ως βασική διαφορά

Έχει επίσης επισημανθεί ότι οι γυναίκες και οι άνδρες μπορεί να έχουν διαφορετικές συναισθηματικές και ψυχολογικές αντιδράσεις σχετικά με τη διατροφή και την απώλεια βάρους. Για παράδειγμα, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερο τα κοινωνικά στερεότυπα που συνδέονται με την εικόνα του σώματος και την πίεση για την επίτευξη μιας συγκεκριμένης εμφάνισης.

Επίσης, οι γυναίκες μπορεί να βιώνουν διάφορες φυσιολογικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της ζωής τους, όπως η εμμηνόπαυση ή η εγκυμοσύνη, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τη διατροφή και τον μεταβολισμό τους. Όλα αυτά τα στοιχεία καταδεικνύουν τη σημασία της διεξαγωγής έρευνας για τη διατροφική συμπεριφορά σε διαφορετικά φύλα και την κατανόηση των παραγόντων που τους επηρεάζουν.

Συνοψίζοντας, η διατροφική συμπεριφορά μπορεί να διαφέρει μεταξύ ανδρών και γυναικών λόγω φυσιολογικών, γενετικών, κοινωνικών και συναισθηματικών παραγόντων. Οι κοινωνικές προσδοκίες, ο πολιτισμός και οι κοινωνικοί ρόλοι μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά και τις επιλογές διατροφής των ανδρών και των γυναικών.

Παραδείγματος χάριν, σε ορισμένες κοινωνίες υπάρχει μια πιέση για τους άνδρες να έχουν μεγαλύτερη σωματική δύναμη και μυϊκή μάζα, ενώ στις γυναίκες μπορεί να υπάρχει μια πιέση για την επίτευξη ενός λεπτού και επιθυμητού σώματος. Αυτές οι προσδοκίες μπορούν να επηρεάσουν τις διατροφικές επιλογές και την προσέγγιση στη γυμναστική.

Επιπλέον, οι γυναίκες ενδέχεται να βιώνουν συναισθηματικά ή ψυχολογικά συμπτώματα που επηρεάζουν τη διατροφή τους, όπως η προεμμηνόπαυση ή η μητρότητα. Αυτές οι φάσεις της ζωής μπορεί να συνοδεύονται από αλλαγές στον ορμονικό ισορροπημένο, αλλά και συναισθηματικούς παράγοντες όπως η άγχος, η κατάθλιψη ή η αύξηση του στρες.